Η Εύβοια είναι το δεύτερο μεγαλύτερο νησί της Ελλάδας και το έκτο μεγαλύτερο της Μεσογείου. Η έκταση του νησιού είναι 3.654 τ.χμ. και εκτείνεται κατά μήκος της βορειοανατολικής ηπειρωτικής Στερεάς Ελλάδας, από τον Μαλιακό κόλπο μέχρι απέναντι από την ακτή της Ραφήνας, χωριζόμενη από αυτή από την Ευβοϊκή θάλασσα.
Γενικά
Γενικά το σχήμα της είναι στενόμακρο με πεπλατυσμένες τις δύο άκρες της, και περί το μέσον αυτής. Εκτείνεται με κατεύθυνση από βορειοδυτικά προς νοτιοανατολικά, έχοντας συνολικό μήκος 180 χλμ. και κυμαινόμενο πλάτος από 8 μέχρι 50 χλμ. Στα ΒΔ. χωρίζεται από την Φθιώτιδα και Μαγνησία δια του διαύλου Ωρεού, ενώ νότια δια του Ευβοϊκού Κ. χωρίζεται από τη Βοιωτία και την Αττική. Δια του πορθμού του Καφηρέα χωρίζεται νοτιοανατολικά από την Άνδρο. Τα βόρεια και βορειοανατολικά παράλιά της βρέχονται από το Αιγαίο Πέλαγος.
Στο κοντινότερο σημείο με τη Στερεά Ελλάδα είναι κτισμένη η πρωτεύουσα και μεγαλύτερη πόλη του νησιού η Χαλκίδα, όπου υπάρχει η μία εκ των δύο ζεύξεων του νησιού με την ηπειρωτική Ελλάδα, η παλαιά γέφυρα της Χαλκίδας. Προσφάτως χτίστηκε και η υψηλή γέφυρα της Χαλκίδας, από τις μεγαλύτερες κρεμαστές γέφυρες της Ευρώπης.
Έδαφος
Γεωλογικά η Εύβοια αποτελεί συνέχεια της Αττικής. Το έδαφός της αποτελείται κυρίως από σχιστόλιθους ενώ παρουσιάζει πολλές γεωλογικές διαπλάσεις. Έντονη πάντως φαίνεται να υπήρξε και ηφαιστειακή δράση κατά τη διάρκεια της τεταρτογενούς περιόδου του καινοζωϊκού αιώνα όπου και αποσχίστηκε από την ηπειρωτική χώρα.
Ακτογραφία
Σημαντικότεροι επιμέρους κόλποι της Εύβοιας είναι από τον Πορθμό του Ευρίπου και βόρεια: του Βατώντα, της Λίμνης και της Αιδηψού, και νότια του Αλιβερίου, της Καρύστου και προς το Αιγαίο της Κύμης. Επίσης κατά μήκος των ακτών της Εύβοιας απαντώνται πλήθος νησίδων μεταξύ των οποίων είναι οι Λιχάδες, οι Πεταλιοί, η Μυρτώ, η Πρασούδα και το Ποντικονήσι.
Κλίμα
Γενικά το κλίμα της είναι εύκρατο και υγιεινό που συντελεί στην άφθονη βλάστηση και στη φυσική της ομορφιά.
Διοίκηση
Το νησί της Εύβοιας μαζί με την Σκύρο, ένα τμήμα της βοιωτικής ακτής και τις γύρω νησίδες αποτελούν διοικητικά το Νομό Ευβοίας που ανήκει στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας. Ο Νομός Ευβοίας είναι ο έβδομος μεγαλύτερος νομός της Ελλάδας τόσο σε έκταση, καταλαμβάνοντας 4.167 τ.χμ., όσο και σε πληθυσμό, με 215.136 κατοίκους σύμφωνα με την απογραφή του 2001.
Ιστορία
Αρχαία περίοδος
Την εποχή του χαλκού η Εύβοια κατοικούταν από το αρχαιοελληνικό φύλο των Αβάντων. Ο Όμηρος αναφέρει πως οι Άβαντες συμμετείχαν στον Τρωικό πόλεμο στο πλευρό των Αχαιών. Αναφέρει μάλιστα πως είχαν ιδρύσει ήδη τις πόλεις Χαλκίδα, Ερέτρια, Ιστιαία, Κήρινθος, Δίον, Κάρυστο, και Στύρα[1]. Την περίοδο των μεγάλων μετακινήσεων στον ελλαδικό χώρο οι Άβαντες εκτοπίστηκαν από τους Ίωνες. Οι Ίωνες της Εύβοιας χωρίστηκαν σταδιακά σε δύο ισχυρά κράτη, της Χαλκίδας στον βορά και της Ερέτρειας στο κεντρικό τμήμα του νησιού. Νοτιότερα στην περιοχή του όρους Όχη είχαν εγκατασταθεί Δρύοπες προερχόμενοι από την περιοχή που αποτέλεσε τα μετέπειτα χρόνια την Δωρίδα. Κυριότερη πόλη των Δρυόπων ήταν η Κάρυστος. Οι πόλεις της Εύβοιας κατά τον 8ο αιώνα π.Χ. είχαν εξελιχθεί σε μεγάλες εμπορικές δυνάμεις της περιοχής. Φημίζονταν επίσης για τα κεραμικά τους. Κατά τον αιώνα αυτόν οι Ευβοείς άρχισαν να δημιουργούν αποικίες, αρχικά στην Χαλκιδική και στην συνέχεια στην Κάτω Ιταλία, στην οποία ίδρυσαν τις πρώτες ελληνικές αποικίες. Πρώτη αποικία των Ευβοέων στην Ιταλία ήταν οι Πιθηκούσσες σε ένα νησί ανοικτά της Νάπολης, ενώ λίγα χρόνια μετά ίδρυσαν στην απέναντι ακτή την Κύμη. Η Κύμη έγινε βάση για την ίδρυση νέων αποικιών όπως ήταν η Ζάγκλη, το Ρήγιο και η Νάξος. Σύμφωνα με μία διαδεδομένη άποψη οι Ευβοϊκές πόλεις της Κάτω Ιταλίας διέδωσαν το δικό τους αλφάβητο στην περιοχή το οποίο εξελίχθηκε στην συνέχεια στο Λατινικό αλφάβητο. Σύμφωνα με την ίδια άποψη οι Ευβοικές πόλεις χρησιμοποιούσαν μία παραλλαγή του ελληνικού αλφαβήτου που αποκαλείται Ευβοϊκό ή Χαλκιδαϊκό αλφάβητο, το οποίο είχε παρόμοια μορφή με το σημερινό Λατινικό[2].
Ληλάντιος πόλεμος
Ο όγδοος αιώνας π.Χ. ήταν ο αιώνας κατά τον οποίο η Εύβοια έφτασε στο απόγειο της ακμής της. Η περίοδος ακμής τερματίστηκε στο τέλος του 8ου αιώνα όταν ο ανταγωνισμός των δύο ισχυρών κρατών του νησιού οδήγησε στο ξέσπασμα του Ληλάντιου πολέμου. Ο πόλεμος αυτός ήταν ένας από τους πρώτους μεγάλους πολέμους μεταξύ των αρχαιοελληνικών πόλεων και πήρε Πανελλήνιες διαστάσεις. Οι αντιμαχόμενοι Χαλκιδαίοι και Ερετρειείς συμμάχησαν και με άλλες ελληνικές πόλεις. Με τους Χαλκιδαίους συμμάχησαν οι Θεσσαλοί και οι Σάμιοι ενώ με τους Ερετρειείς οι Μιλήσιοι. Η ημερομηνία αυτού του πολέμου δεν είναι σήμερα γνωστή με ακρίβεια. Τοποθετείται στα τέλη του 8ου αιώνα και στις αρχές του 7ου. Ο πόλεμος ήταν αμφίρροπος και προκάλεσε τεράστιες καταστροφές στις δύο πόλεις. Το αποτέλεσμα του πολέμου ήταν να εξασθενήσουν και οι δύο πόλεις και μπουν σε περίοδο παρακμής. Την θέση τους ως εμπορικές δυνάμεις του αρχαίου κόσμου πήραν η Κόρινθος, τα Μέγαρα, οι πόλεις της Ιωνίας και η Αθήνα.
Επόμενοι αιώνες
Στους αιώνες που ακολούθησαν οι Ευβοϊκές πόλεις είχαν εξασθενήσει σε μεγάλο βαθμό, γεγονός που ήταν αποτέλεσμα του Ληλάντιου πολέμου αλλά και της ανάδειξης νέων εμπορικών δυνάμεων στον ελλαδικό χώρο. Το 490 π.Χ. μάλιστα ο Περσικός στόλος κατέστρεψε την Ερέτρια η οποία κατά την διάρκεια της Ιωνικής επανάστασης είχε βοηθήσει τις Ιωνικές πόλεις και την παλιά της σύμμαχο Μίλητο. Την εποχή του Περικλή οι Αθηναίοι απέσπασαν από την Χαλκίδα την Ιστιαία και εγκατέστησαν στην πόλη Αθηναϊκή φρουρά. Την περίοδο αυτή η Εύβοια ήταν κάτω από τον έλεγχο των Αθηναίων με τους οποίους συμμάχησε κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο. Στα μέσα του 4ου αιώνα, μετά την μάχη της Χαιρώνειας οι Ευβοείς πέρασαν στον έλεγχο των Μακεδόνων όπου παρέμειναν μέχρι την Ρωμαϊκή κατάκτηση της Ελλάδας το 146 π.Χ.
Ρωμαϊκή και Μεσαιωνική περίοδος
Η περιοχή της Εύβοιας κατά την Ρωμαϊκή και την Μεσαιωνική περίοδο βρισκόταν σε παρακμή μέχρι την περίοδο της Φραγκοκρατίας. Την περίοδο αυτή ή Εύβοια δόθηκε ως τιμάριο στον φλαμανδό ιππότη Jacques d’ Avesnes ενώ στην συνέχεια πέρασε στους Βενετούς, που κράτησαν το νησί μέχρι το 1470. Την χρονιά αυτή η Εύβοια κατακτήθηκε από τους Οθωμανούς.
Σκύρος
Η Σκύρος είναι το νοτιότερο νησί των Βορείων Σποράδων. Βρίσκεται ανατολικά της Εύβοιας, από την οποία απέχει γύρω στα 35 χλμ και είναι το μεγαλύτερο σε έκταση νησί των Σποράδων (210 τετρ. χλμ.) με πληθυσμό 2.602 κατοίκων. Το νησί, κατά το μεγαλύτερο μέρος, είναι ορεινό κυρίως στα νοτιοανατολικά, όπου υπάρχουν τα όρη Κόχυλας (792 μ.), Κουμάρι, Πιριώνες και Φανόφτης. Το κλίμα του νησιού χαρακτηρίζεται από πολύ δροσερά καλοκαίρια και ήπιους χειμώνες με ελάχιστες βροχοπτώσεις και μέση ετήσια θερμοκρασία 17 βαθμούς Κελσίου. Στα δυτικά σχηματίζονται οι όρμοι Καλογριάς, Πεύκου, Αγίου Νικολάου και Τριστόμου. Στη δυτική ακτή βρίσκεται το λιμάνι του νησιού, η Λιναριά.
Πρωτεύουσα του νησιού είναι η Σκύρος (ή Χώρα), που βρίσκεται στην ανατολική ακτή. Συνδέεται με τη Λιναριά με ασφαλτοστρωμένο δρόμο μήκους 11 χλμ., έχει ειρηνοδικείο, σταθμό χωροφυλακής, ταχυδρομείο και τηλεγραφείο, γυμνάσιο, λύκειο και δημοτικά σχολεία. Άλλοι συνοικισμοί της Σκύρου είναι τα Μαγαζά, η Λιναριά και το Λουτρό (αγροτικός συνοικισμός).
Γεωγραφία
Η Σκύρος βρίσκεται σχεδόν στο κέντρο του Αιγαίου πελάγους και τοποθετείται στο νησιωτικό συγκρότημα των Σποράδων, αν και η απόσταση από αυτές είναι μεγαλύτερη σε σύγκριση με την απόσταση του νησιού από την Εύβοια, από την οποία απέχει περίπου 35 χλμ. ανατολικά (22 ναυτικά μίλια). Η έκτασή του εκτιμάται περίπου στα 210 τετρ. χλμ., ενώ ο πληθυσμός του είναι περίπου 2.600 κάτοικοι.
Η Σκύρος είναι στο μεγαλύτερο τμήμα της ορεινή, με δύο διακριτούς ορεινούς όγκους στο βόρειο και το νότιο τμήμα. Ανάμεσά τους υπάρχει μία ημιπεδινή και ημιλοφώδης έκταση, η οποία έχει διεύθυνση βορρά νότου, ανάμεσα στις βόρειες ανατολικές και τις νότιες ακτές του νησιού. Το βόρειο τμήμα καλύπτεται από πυκνό πευκοδάσος, ενώ στα διαδοχικά υψώματα και βουνά δεσπόζει η κορυφή Όλυμπος. Στο νότιο τμήμα κυριαρχεί ο ορεινός όγκος του Κόχυλα (792 μ.), ενώ τα βουνά είναι χέρσα και βραχώδη. Κατά μία έννοια, το βόρειο κομμάτι συγγενεύει με τα φυσικά τοπία που συναντά κανείς στις Σποράδες και τη βόρεια Εύβοια, ενώ το νότιο με τα τοπία της νότιας Εύβοιας αλλά ακόμα και των Κυκλάδων.
Το κλίμα της Σκύρου είναι μεσογειακό, όπως στα περισσότερα νησιά του Αιγαίου, και χαρακτηρίζεται από δροσερά καλοκαίρια και ήπιους χειμώνες. Η επικράτηση των βορινών ανέμων στο νησί καθ' όλη τη διάρκεια τη χρόνο, χαρακτηρίζουν χαμηλές θερμοκρασίες σε σύγκριση με την ηπειρωτική χώρα, αλλά και αυξημένες τιμές υγρασίας λόγω της θάλασσας. Η μέση ετήσια θερμοκρασία είναι 170C, ενώ, αν και η παρουσία νεφώσεων είναι συχνή, οι βροχοπτώσεις είναι αραιές σε όλη τη διάρκεια του έτους, και συνήθως με τη μορφή περιστασιακών καταιγίδων και σπανιότερα παρατεταμένης βροχής μέτριας έντασης.
Η πρωτεύουσα του νησιού είναι η Χώρα ή Χωριό ή Σκύρος, η οποία βρίσκεται στο βόρειο-ανατολικό τμήμα του νησιού προς το Αιγαίο πέλαγος. Όμοροι οικισμοί της Χώρας είναι τα Μαγαζιά, ο Μώλος, τα Γυρίσματα και τα Πουριά, οι οποίοι εκτείνονται στα επίπεδα βόρεια της πρωτεύουσας προς τη θάλασσα. Στη βόρεια ακτή, νοτιότερα από τη Χώρα βρίσκονται επίσης οι οικισμοί Ασπούς και Αχίλλι, ενώ στο βόρειο τμήμα του νησιού υπάρχουν επίσης οι οικισμοί Τραχύ, όπου βρίσκεται και το αεροδρόμιο της Σκύρου, και η Ατσίτσα, στις δυτικές ακτές. Το βασικό λιμάνι είναι η Λιναριά, στη νοτιοδυτική ακτή στον ομώνυμο όρμο, από όπου και το νησί συνδέεται ακτοπλοϊκά με την υπόλοιπη Ελλάδα. Στον διπλανό όρμο εκτείνεται ο οικισμός Αχερούνες και δυτικότερα ο Πεύκος. Ανατολικά της Λιναριάς βρίσκεται ο οικισμός Καλαμίτσα, στον ομώνυμο όρμο.
Η Σκύρος υπάγεται διοικητικά στο νομό Εύβοιας, με την οποία άλλωστε διατηρεί σημαντικούς πολιτιστικούς και ιστορικούς δεσμούς. Το νησί αποτελεί αυτόνομο δήμο με ένα ενιαίο δημοτικό διαμέρισμα, ενώ λόγω της απόστασής του από την έδρα της νομαρχίας στη Χαλκίδα, στη Χώρα εδρεύει και επαρχείο, με βάση τον παλαιότερο θεσμό της επαρχίας. Στο δήμο Σκύρου υπάγονται όλοι οι οικισμοί του νησιού, καθώς και οι νησίδες που βρίσκονται κοντά σε αυτό. Συγκεκριμένα, οι οικισμοί του νησιού είναι οι εξής:
- Χώρα ή Χωριό ή Σκύρος, με τους γειτονικούς οικισμούς Μώλος, Μαγαζιά, Πουριά, Γυρίσματα και Λινώ
- Λιναριά, με τον γειτονικό οικισμό Αχερούνες
- Ασπούς, Αχίλλι, Καλαμίτσα, Έξω Ποδιές, Μελά, Λουτρό, Κυρά Παναγιά, Καλικρί, Νύφι, Ατσίτσα, Τραχύ και Πεύκος
- και οι ακατοίκητες νησίδες Βάλαξα, Μέσα Πόδια, Ρήνεια (Ερηνιά), Σαρακηνό και Σκυροπούλα
Οικονομία
Οι κάτοικοι του νησιού ασχολούνται με τη γεωργία, την κτηνοτροφία, την αλιεία, τη βιοτεχνία και τη συλλογή ρητίνης. Η Σκύρος φημίζεται για τα μικρά άλογά της (πόνεϊ), τα μάρμαρα και τα ζωοκομικά προϊόντα της. Η πιο χαρακτηριστική σκυριανή χειροτεχνία είναι η κεντητική και χρησιμοποιείται για τη διακόσμηση του οικιακού ρουχισμού και της σκυριανής φορεσιάς. Το χαρακτηριστικό στα σκυριανά κεντήματα είναι η ποικιλία στα θέματα και στους χρωματισμούς και η λεπτότητα στα υλικά. Το νησί επίσης φημίζεται για την τέχνη του στην κατασκευή επίπλων. Τα ιδιότυπα σκυριανά έπιπλα τα συναντάμε στα σαλόνια της Αθήνας και των άλλων πόλεων. Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης κι η αγγειοπλαστική. Η Σκύρος παράγει ακόμα μέλι, αρκετά φρούτα, μυζήθρα κι εκλεκτά κεφαλοτύρια. Οργανωμένα εργαστήρια λαϊκής τέχνης, όπως ξυλογλυπτικής, κεραμικής, καλαθοπλεκτικής και εριοταπητουργίας, υπάρχουν στην πρωτεύουσα και στο Γιαλό.
Αξιοθέατα και τουρισμός
Το νησί διακρίνεται για τις πολλές φυσικές του ομορφιές, καθώς και τα παραδοσιακά έθιμά του που προέρχονται ακόμα και από τους αρχαιότατους χρόνους. Ο συνδυασμός αυτός, παράλληλα με την χαμηλή αλλά ποιοτική τουριστική κίνηση, κάνει τη Σκύρο δέκτη επιλεκτικών επισκεπτών, διατηρώντας έτσι το παραδοσιακό χαρακτήρα της.
Το νησί είναι γεμάτο από ωραίους τόπους, όπως ο Γιαλός, το Αχήλι, τα Βράχια κ.ά. όμορφες αμμουδιές που στολίζουν ολόκληρο το νησί (Νύφη, Τρεις Μπούκες, Φανάρι και Διαπόρι κ.ά.). Στο Γιαλό, κατά την παράδοση, έπαιρνε το μπάνιο του ο Αχιλλέας. Στο νησί συναντάμε αρκετούς κι αξιόλογους αρχαιολογικούς χώρους, όπως το Κάστρο που βρίσκεται πάνω από τη Χώρα. Εκεί ήταν η αρχαία ακρόπολη κι η έδρα του πανάρχαιου βασιλιά του νησιού Λυκομήδη. Στη θέση Σπηλιά Ανδριώτη σκοτώθηκε από το Λυκομήδη ο βασιλιάς της Αθήνας Θησέας. Σήμερα από την αρχαία ακρόπολη τίποτα σχεδόν δε σώζεται. Στο νησί υπάρχουν επίσης αρκετές εκκλησίες από το Μεσαίωνα, όπως του Αγίου Γεωργίου του Σκυριανού, σε ψηλό βράχο πάνω από τη θάλασσα που έκτισε, μαζί με το μοναστήρι, ο Νικηφόρος Φωκάς το 10ο αιώνα. Ωραία είναι η εκκλησία της Παναγίας του Κίτσου και πολλές άλλες στα διάφορα μοναστήρια.
Ο δήμος Σκύρου
Ο δήμος Σκύρου περιλαμβάνει ολόκληρη την νήσο της Σκύρου και τις γύρω νησίδες. Αποτελεί έναν από τους 25 δήμους του νομού Ευβοίας. Ο δήμος περιλαμβάνει τους παρακάτω οικισμούς και νησίδες:
- Δ.δ. Σκύρου [2.602]
-
- η Σκύρος [1.748]
- ο Ασπούς [120]
- η Ατσίτσα [15]
- οι Αχερούνες [43]
- το Αχίλλι [16]
- η Βάλαξα (νησίδα) [0]
- οι Έξω Ποδιές (νησίδα) [0]
- η Καλαμίτσα [43]
- το Καλικρί [12]
- η Κυρά Παναγιά [0]
- η Λιναριά [319]
- το Λουτρό [88]
- η Μελά [0]
- τα Μέσα Πόδια (νησίδα) [0]
- ο Μώλος [134]
- το Νύφι [23]
- ο Πεύκος [3]
- η Ρήνεια (Ερηνιά) (νησίδα) [0]
- το Σαρακηνό (νησίδα) [0]
- η Σκυροπούλα (νησίδα) [0]
- το Τραχύ [38]
-
Με την εφαρμογή της νέας διοικητικής διαίρεσης της χώρας κατά το Πρόγραμμα Καλλικράτης το 2011 ουδεμία μεταβολή επήλθε στο Δήμο, σύμφωνα με το άρθρο 1,§ 2.12.Β. αυτού.
Μεταφορές και πρόσβαση
Το οδικό δίκτυο της Σκύρου είναι γενικά καλό και καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος του νησιού. Ο βασικός οδικός άξονας συνδέει το λιμάνι της Λιναριάς με τη Χώρα, περνώντας από τους οικισμούς Αχερούνες και Ασπούς. Η περιοχή γύρω από τη Χώρα, όπου βρίσκονται οι οικισμοί Μαγαζιά, Μώλος και Γυρίσματα, αποτελεί πλέον ένα σχεδόν ενιαίο οικιστικό σύμπλεγμα με σχετικά πυκνό δίκτυο δρόμων. Από τη Χώρα ξεκινάει ο βόρειος οδικός άξονας για το αεροδρόμιο του νησιού, ο οποίος στη συνέχεια καταλήγει στην Ατσίτσα, στη δυτική ακτή, ενώ συνεχίζει νότια και νοτιοανατολικά, για να καταλήξει στον Πεύκο και να συνδεθεί ξανά με τον δρόμο Χώρας - Λιναριάς, ολοκληρώνοντας μία κυκλική διαδρομή. Από τον οικισμό Ασπούς υπάρχει οδική πρόσβαση στο Αχίλλι, και στη συνέχεια στο Καλικρί, για να καταλήξει στον όρμο της Καλαμίτσας. Η Καλαμίτσα συνδέεται επίσης με παρααλιακό δρόμο με τη Λιναριά. Από την Καλαμίτσα, ο δρόμος συνεχίζει στο νότιο τμήμα του νησιού προς την περιοχή Τρεις Μπούκες και στη συνέχεια μέχρι το φάρο στο νοτιοανατολικό άκρο, ενώ διακλάδωση προς το βορρά οδηγεί στο βουνό του Κόχυλα και το οροπέδιο του Άρι.
Η τοπική συγκοινωνία εξυπηρετείται με τακτικά δρομολόγια λεωφορείων ανάμεσα στη Χώρα και το λιμάνι της Λιναριάς, τόσο για εξυπηρέτηση των δρομολογίων των πλοίων αλλά και των μετακινήσεων των κατοίκων. Επίσης, σε ειδικές περιπτώσεις και ανάγκες παρέχεται και ειδική μεταφορά με λεωφορεία της μονάδας της Πολεμικής Αεροπορίας που εδρεύει στο νησί. Στη Σκύρο επίσης κυκλοφορούν και ορισμένα ταξί.
Η Σκύρος συνδέεται τόσο ακτοπλοϊκά όσο και αεροπορικά με την υπόλοιπη Ελλάδα. Από τη Λιναριά υπάρχει καθημερινή σύνδεση με την Εύβοια και το λιμάνι της Κύμης με την ακτοπλοϊκή εταιρία Ναυτική Εταρία Σκύρου (Skyros Shipping Co.), τοπικών συμφερόντων, με το οχηματαγωγό Αχιλλέας. Τα δρομολόγια πραγματοποιούνται καθημερινά μία φορά ανά κατεύθυνση όλο το χειμώνα, ενώ από την άνοιξη και για όλη την καλοκαιρινή περίοδο γίνονται δρομολόγια δύο φορές τις περισσότερες ημέρες. Η πυκνότητα των δρομολογίων αυξάνει και σε ορισμένες περιόδους μέσα στο έτος, όπως τις απόκριες και τις γιορτές του Πάσχα, των Χριστουγέννων και τον Δεκαπεντάυστο. Η διαδρομή διαρκεί περίπου 1 ώρα και 45 λεπτά. Από το λιμάνι της Κύμης, υπάρχει τακτική ανταπόκριση των ακτοπλοϊκών δρομολογίων για Χαλκίδα (διάρκεια περίπου 2 ώρες) και Αθήνα (διάρκεια περίπου 3 ώρες). Επίσης, κατά τους καλοκαιρινούς μήνες υπάρχει περιστασιακή εβδομαδιαία σύνδεση του νησιού με την ακτοπλοϊκή γραμμή Θεσσαλονίκης - Σποράδων - Κυκλάδων - Κρήτης, αν και τα τελευταία χρόνια η σύνδεση αυτή έχει ατονίσει.
Η Σκύρος διαθέτει αεροδρόμιο το οποίο λειτουργεί στη στρατιωτική αεροπορική βάση στη θέση Τραχύ στο βόρειο τμήμα του νησιού. Το πολιτικό αεροδρόμιο της Σκύρου απέχει περίπου 17 χλμ από τη Χώρα και λειτουργεί από το 1984. Η μεταφορά από και προς το αεροδρόμιο γίνεται με ταξί. Η αεροπορική σύνδεση του νησιού ανήκει στο καθεστώς των επιδοτούμενων ενδοκρατικών αεροπορικών συνδέσεων, με αποτέλεσμα οι τιμές των εισητηρίων να είναι ιδιαίτερα ανταγωνιστικές. Σήμερα, ο αεροπορικός μεταφορές της σύνδεσης είναι οι Ολυμπιακές Αερογραμμές πραγματοποιώντας δύο δρομολόγια την εβδομάδα από και προς την Αθήνα (Διεθνή Αερολιμένας Αθηνών Ελευθέριος Βενιζέλος) και τη Θεσσαλονίκη (Διεθνές Αεροδρόμιο Μακεδονία). Τους καλοκαιρινούς μήνες πραγματοποιούνται περιστασιακές πτήσεις τσάρτερ σε εβδομαδιαία βάση από και προς την Ολλανδία.
Σημειώσεις
Λεπτομερείς ναυτιλιακές πληροφορίες για την Σκύρο παρέχει ο Ελληνικός Πλοηγός 3ος τόμος και ιδιαίτερα ο χάρτης ελληνικής έκδοσης: ΧΕΕ-3315, που αποτελεί τον λιμενοδείκτη αυτής, καθώς και ο ΧΕΕ-331 που καλύπτει όλες τις Β. Σποράδες.
Δημιουργήστε το δικό σας διακριτικό